13
Dec2023

ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ: ALPHA PANARETI LTD v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΙΑ ΤΩΝ ΙΑΤΡΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΓΕΙΑΣ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ – ΠΑΦΟΥ

Προσφ. Αρ. 520/2020 – 23.3.2023 Δικαστής: Μ. Καλλίγερου, ΠΔΔ Για αιτητές: Α. Χατζηγεωργίου για Α.Σ. Αγγελίδης Δ.Ε.Π.Ε. Για Καθ’ων η Αίτηση: Α. Καλησπέρα (κα) για Γενικό Εισαγγελέα

Γεγονότα υπόθεσης και σχολιασμός

Σύμφωνα με τον διοικητικό φάκελο στις 25/05/2020 το Επαρχιακό Γραφείο Πάφου ενημερώθηκε με επιστολή από το Κοινοτικό Συμβούλιο Χλώρακας ότι το συγκρότημα St. Nicolas Residence, ιδιοκτησίας των αιτητών, λάμβανε παράνομα νερό το οποίο ήταν εκτός του δικτύου της υδατοπρομήθειας της Κοινότητας με αποτέλεσμα την παράβαση του άρθρου 86 του Ν. 86(Ι)/99. Ο λόγος παύσης της παροχής νερού από το Κοινοτικό Συμβούλιο Χλώρακας ήταν τα συσσωρευμένα χρέη της αιτήτριας για την παροχή πόσιμου νερού. Μετά από αγωγή του Κοινοτικού Συμβουλίου Χλώρακας το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου εξέδωσε απόφαση εναντίον των αιτητών για εξόφληση των καθυστερημένων οφειλών. Στη συνέχεια οι αιτητές προχώρησαν σε αγωγή εναντίον του Κοινοτικού Συμβουλίου Χλώρακας για την έκδοση διατάγματος επανασύνδεσης του νερού επικαλούμενοι θέματα υγείας και ασφάλειας, η οποία απορρίφθηκε από το Δικαστήριο.

Στις 10/06/2020 η Υγειονομική Λειτουργός προχώρησε σε δειγματοληψία νερού για χημική εξέταση. Η Λειτουργός στην έκθεση γεγονότων της ανέφερε ότι στην παρουσία 2 υπαλλήλων του Κοινοτικού Συμβουλίου Χλώρακας και 2 Αστυνομικών προέβη στην αναφερόμενη δειγματοληψία νερού. Περαιτέρω ανέφερε ότι στο χώρο την συγκεκριμένη στιγμή υπήρχε βυτιοφόρο χωρίς τις σχετικές άδειες, το οποίο εφοδιαζόταν με νερό από μη εγκεκριμένη πηγή και εφοδίαζε τις πλαστικές υδαταποθήκες των διαμερισμάτων με νερό. Ο διευθυντής της εταιρείας αρνήθηκε να παραστεί στην δειγματοληψία νερού αφού ισχυριζόταν ότι όλα γίνονται κατά τρόπο νόμιμο και δεν δεχόταν την δειγματοληψία αυτή.

Η Λειτουργός εντούτοις προχώρησε σε δειγματοληψία από εξωτερική βρύση του υποστατικού καθώς και από το νερό του βυτιοφόρου.

Μετά την αναφερόμενη δειγματοληψία, στις 12/06/2020 οι Καθ’ ων η αίτηση απέστειλαν επιστολή στους αιτητές αναφέροντας τα αποτελέσματα της δειγματοληψίας. Τα αποτελέσματα των δειγμάτων που λήφθηκαν δεν συνάδαν με τις παραμετρικές τιμές που καθορίζονται στον Ν. 87(Ι)/2001 και θα έπρεπε να προχωρήσουν άμεσα στην αποσύνδεση των δεξαμενών που υδροδοτούνται από το βυτιοφόρο και να γίνει επανασύνδεση με το δίκτυο υδατοπρομήθειας της Χλώρακας. Περαιτέρω θα έπρεπε να προβούν και σε απολύμανση του εσωτερικού δικτύου και των υδαταποθηκών των διαμερισμάτων. Πέραν της επιστολής αυτής δόθηκε στους αιτητές το δικαίωμα να αποδείξουν ότι η παροχή νερού από το βυτιοφόρο ήταν ασφαλή όμως ποτέ δεν το έπραξαν.

Έτσι οι αιτητές προχώρησαν με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο για την απόφαση αυτή.

Οι Καθ’ ων η αίτηση πρόβαλαν προδικαστική ένσταση ότι η απόφαση τους δεν ήταν εκτελεστή διοικητική πράξη αλλά πληροφοριακή. Σύμφωνα με τον Ν. 158 (Ι)/99 άρθρο 4, κάθε διοικητική πράξη καθίσταται υποχρεωτική προς εκτέλεση για τους αποδέκτες της από την ημέρα που κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο. Κύριο χαρακτηριστικό της εκτελεστότητας μιας διοικητικής πράξης είναι η άμεση παραγωγή έννομου αποτελέσματος. Ο χαρακτηρισμός μιας διοικητικής πράξης ως εκτελεστής, δίνει την δυνατότητα προσφυγής του ενδιαφερομένου στο Διοικητικό Δικαστήριο. Επομένως ορθά οι αιτητές προχώρησαν σε προσφυγή αφού η επίδικη απόφαση είχε όλα τα χαρακτηριστικά της εκτελεστής διοικητικής πράξης που προέρχονταν από Διοικητικό Όργανο στα πλαίσια της εξουσίας που του δίδει ο Νόμος. Και περαιτέρω αφού δεν προέβαλαν οποιαδήποτε ένσταση εντός της προβλεπόμενης από το Νόμο προθεσμίας, βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος ορθά προέβησαν σε προσφυγή, η οποία έγινε αποδεκτή από το Διοικητικό Δικαστήριο.

Στην συνέχεια οι δικηγόροι των αιτητών υποστήριξαν ότι οι Καθ’ ων η αίτηση δεν προχώρησαν σε επαρκή έρευνα και για αυτό τον λόγο πλανήθηκαν σε σχέση με τα γεγονότα. Κατέληξαν σε λανθασμένα συμπεράσματα όσον αφορά την παροχή πόσιμου νερού στα διαμερίσματα. Σύμφωνα με τους δικηγόρους των αιτητών προμήθευαν με δικά τους βυτιοφόρα μη πόσιμο νερό μόνο για τους εξωτερικούς χώρους και η βρύση από την οποία λήφθηκε νερό ήταν συνδεδεμένο με το δίκτυο για μη πόσιμο νερό. Το πόσιμο νερό διοχετευόταν από αδειούχα βυτιοφόρα το οποίο προμήθευαν σε υπόγεια δεξαμενή στο συγκρότημα διαμερισμάτων και από εκεί παρεχόταν στα διαμερίσματα. Έτσι οι δικηγόροι των αιτητών υποστήριξαν ότι οι Καθ’ ων η αίτηση ενήργησαν κατά παράβαση της αρχής της καλής πίστης, της αρχής της χρηστής διοίκησης και της αρχής της αναλογικότητας και περαιτέρω παραβίασαν το δικαίωμα ακροάσεως αφού δεν τους δόθηκε ποτέ το δικαίωμα ν ακουστούν πριν την έκδοση της απόφασης.

Αντίθετα οι Καθ’ ων η αίτηση υποστήριξαν ότι είχε διεξαχθεί η δέουσα έρευνα και δεν υπέπεσαν σε καμία πλάνη και ότι ενήργησαν μέσα στα όρια που τους επιτρέπει ο Νόμος ως θεματοφύλακες του δημοσίου συμφέροντος όσον αφορά την παροχή πόσιμου νερού σε υποστατικά. Υποστηρίζουν ότι η απόφαση τους ήταν μέσα στα πλαίσια της αρχής της αναλογικότητας χάριν αυτού του δημοσίου συμφέροντος.

Το Διοικητικό Δικαστήριο προχώρησε σε ακύρωση της επίδικης απόφασης και πιο κάτω θα εξετάσουμε, θα σχολιάσουμε και θα αναλύσουμε τους λόγους ακύρωσης.

Πλάνη περί τα πράγματα και το Νόμο 

Ο πρώτος λόγος ακύρωσης όπως υποστηρίχθηκε από τους αιτητές ήταν ότι οι Καθ’ ων η αίτηση πλανήθηκαν ως προς τα γεγονότα αλλά και τον Νόμο αφού δεν προχώρησαν σε επαρκή έρευνα όπως όφειλαν σύμφωνα με το άρθρο 45 του Ν. 158(Ι)/99 δηλαδή δεν έλαβαν υπόψιν ουσιώδη στοιχεία της υπόθεσης και κατέληξαν σε αυθαίρετα συμπεράσματα ενώ οι ίδιοι τελούσαν υπό πλάνη περί τα πράγματα και τον Νόμο. Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης κατά την γνώμη μου ορθά οι δικηγόροι των αιτητών υποστήριξαν την θέση αυτή αφού η Λειτουργός προέβη σε έλεγχο δειγματοληψίας νερού από εξωτερική βρύση και όχι εσωτερικής βρύσης όπως προβλέπει ο σχετικός νόμος Περί της Ποιότητας του Νερού Ανθρώπινης Κατανάλωσης και περαιτέρω το πόσιμο νερό διοχετευόταν από αδειούχα βυτιοφόρα, για την μεταφορά του οποίου όταν απευθύνθηκαν στους αρμόδιους τους ανέφεραν ότι δεν χρειαζόταν σχετική άδεια, και όχι από το βυτιοφόρο όπου διοχέτευε την συγκεκριμένη στιγμή νερό στην εξωτερική δεξαμενή. Επομένως αφού αναλύθηκαν οι όροι <<βυτίο>> και <<φορέας ύδρευσης>> ορθά αναφέρθηκε ότι θα μπορούσε να διοχετευθεί νερό τόσο από το Κοινοτικό Συμβούλιο Χλώρακας αλλά και από κάθε επιχείρηση που διαθέτει βυτία για πόσιμο νερό και η Λειτουργός θα έπρεπε να δώσει την δέουσα σημασία στο γεγονός ότι το βυτίο δεν ήταν εγγεγραμμένο για προμήθεια πόσιμου νερού και ότι ίσως αυτό να διοχέτευε νερό στο υποστατικό ως μη πόσιμο και να διεξαγόταν η σχετική έρευνα ως προς το που διοχετευόταν αυτό το νερό. Η βεβαίωση του λειτουργού που ήταν παρών και του Πρόεδρου του Κοινοτικού Συμβουλίου Χλώρακας ότι η εξωτερική βρύση ήταν συνδεδεμένη με το δίκτυο που προμήθευε νερό δεν μπορούσε να αποτελέσει έγκυρη βεβαίωση αλλά η Λειτουργός όφειλε αφού της δόθηκε αυτή η πληροφορία να εξετάσει την σχετική βρύση όπως επιβάλλεται από τον Ν. 158(Ι)/99 και να είναι και κατατεθειμένο στο φάκελο της υπόθεσης για σκοπούς δικαστικού ελέγχου γεγονός το οποίο το Δικαστήριο αφού μελέτησε τον φάκελο δεν μπορούσε να εντοπίσει σχετική έρευνα αν το νερό διοχετευόταν από το βυτιοφόρο στα διαμερίσματα.

Με βάση τα όσα αναφέραμε πιο πάνω το δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αφού το βάρος απόδειξης το έχει ο αιτητής και σε περίπτωση προσφυγής όταν προβάλει στοιχεία τα οποία πιθανολογούν πλάνη περί τα πράγματα και κρίνεται ουσιώδης τότε η επίδικη απόφαση ακυρώνεται στην βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος. Στην συγκεκριμένη περίπτωση αφού μελετήθηκε ολόκληρος ο φάκελος πιθανολογήθηκε ουσιώδης πλάνη περί τα πράγματα. Οι Καθ’ ων η αίτηση δεν συμπεριέλαβαν όλα τα στοιχεία όπου θα συμπλήρωναν την αιτιολογία της απόφασης τους και μαρτυρία εκ των υστέρων σύμφωνα με την νομολογία δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Έτσι λόγω της μη επαρκούς έρευνας και των στοιχείων που κατέθεσαν οι αιτητές ο λόγος ακύρωσης για πιθανή πλάνη περί τα πράγματα έγινε δεκτός και η προσφυγή επιτεύχθηκε υπέρ των αιτητών και εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση.

Συμπέρασμα

Η πιο πάνω απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου επιβεβαιώνει τον σημαντικό ρόλο των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου όπως προνοείται στα άρθρα Ν. 158(Ι)/1999 όταν αφορά την διενέργεια επαρκής έρευνας όλων των σχετικών με την υπόθεση γεγονότων χωρίς να παραλείπεται οποιοδήποτε ουσιώδη στοιχείο και/ή γεγονός με αποτέλεσμα να μην υπάρχει στήριξη σε πραγματικά γεγονότα και προϋποθέσεις εξ’ αντικειμένου ανύπαρκτα ή παράλειψη συνεκτίμησης των ουσιωδών πραγματικών γεγονότων.

Ο σκοπός της επαρκούς ερευνάς, από το διοικητικό όργανο, όλων των σχετικών με την υπόθεση γεγονότων γίνεται ούτως ώστε να μην τελεί το ίδιο υπό πλάνη περί τα πράγματα ή και τον Νόμο δηλαδή να παραλείψει να λάβει υπόψιν του ουσιώδη πραγματικά γεγονότα πριν εκδώσει μια απόφαση του. Στην περίπτωση που αποδειχθεί πλάνη περί τα πράγματα ή και το Νόμο και όταν η πλάνη είναι ουσιώδης δηλαδή επηρέασε την απόφαση του οργάνου, τότε αυτό οδηγεί σε ακύρωση της διοικητικής πράξης.

Σχετική είναι και η υπόθεση Χρίστος Στυλιανίδης ν. Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς[1] στην οποία αναφέρθηκε ότι στην παρούσα περίπτωση, η διενεργηθείσα έρευνα υπήρξε υπό τις περιστάσεις η δέουσα εφόσον λήφθηκαν υπόψη από την Επιτροπή εκείνα τα στοιχεία που της επέτρεπαν να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα, αιτιολογώντας με τρόπο συγκεκριμένο και σαφή τις διαπιστώσεις της, και ούτε έχει καταδειχθεί με την απαιτούμενη επάρκεια το αντίθετο με αποτέλεσμα να αποτύχει η προσφυγή και να επιτύχει η απόφαση.

Επίσης σχετική είναι και η υπόθεση Βασιλείου Θεοχαράκη ν. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου[2] (1110/2014) στην οποίο το Διοικητικό Δικαστήριο κατέληξε ότι αφού δεν διαπίστωσε έλλειψη δέουσας έρευνας από πλευράς της καθ’ ης η αίτηση ούτε πλάνη και σε ότι αφορά στην αιτιολογία, με αποτέλεσμα να αποτύχει η προσφυγή και να απορριφθεί.

Επομένως καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι μια διοικητική πράξη πρέπει να αιτιολογείται σαφώς και πρέπει να περιέχει όλα τα γεγονότα στα οποία βασίζεται η διοίκηση για την έκδοση μιας απόφασης, ώστε να διακρίνεται ποιος είναι ο επιδιωκόμενος σκοπός και για το ποιος ήταν ο πραγματικός λόγος που οδήγησε στη λήψη της σχετικής απόφασης. Η αναφορά γενικών χαρακτηρισμών στην λήψη μιας απόφασης δεν μπορεί να αποτελεί επαρκή αιτιολογία, ούτε η απλή αναφορά σε γενικότητες όσον αφορά τον Νόμο, ούτε η γενική και αόριστη επίκληση του δημόσιου συμφέροντος αφού όπως καταδεικνύεται από την νομολογία η μη σαφής αιτιολογία οδηγεί σε πλάνη περί τα πράγματα και τον Νόμο. Όταν γίνεται επίκληση δημοσίου συμφέροντος το αρμόδιο διοικητικό όργανο θα πρέπει να αναφέρεται σε συγκεκριμένα περιστατικά και όχι σε αόριστα γεγονότα, πάνω στα οποία στηρίχθηκε για να εκδώσει μια απόφαση του.

Άρθρο από Νικολέττα Χατζηκωστή

Βιβλιογραφία

Βιβλία

  1. Κυπριακό Διοικητικό Δίκαιο, Ηλιάνα Νικολάου – Πέτρος Μιχαηλίδης, 2η αναθεωρημένη έκδοση
  2. Εγχειρίδιο Κυπριακού Διοικητικού Δικαίου, Νίκος Χρ. Χαραλάμπους (2006)

Νομολογία

  • Υπόθεση διοικητικού δικαστηρίου αρ. 1271/2017
  • Υπόθεση διοικητικού δικαστηρίου αρ. 1110/2014

Άλλες πηγέςwww.dikaiosyni.com


[1] Υπόθεση διοικητικού δικαστηρίου αρ. 1271/2017

[2] Υπόθεση διοικητικού δικαστηρίου αρ. 1110/2014

This website uses cookies to ensure you get the best experience on our website.
Accept