16
Feb2024

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΠΟΥ ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΜΕ ΠΙΣΤΩΤΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΕΙΣ

Την 19η Δεκεμβρίου 2023 δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι τροποποιητικοί νόμοι 153(Ι) του 2023, 154(Ι) του 2023 και 155(Ι) του 2023 οι οποίοι αφορούν τον περί της Σύστασης και Λειτουργίας του Ενιαίου Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσεως Νόμο του 2010 (84(I)/2010) και τον περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο του 1965 (9/1965).

Οι πρόσφατες αλλαγές που επήλθαν στη νομοθεσία, οι οποίες σχετίζονται με τις διαδικασίες ενώπιον του Χρηματοοικονομικού Επίτροπου σε περιπτώσεις που αφορούν πιστωτικές διευκολύνσεις και την εκποίηση ενυπόθηκων εξασφαλίσεων, αναλύονται πιο κάτω:

Α. Αριθμός 153(Ι) του 2023 – ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΣΥΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΦΟΡΕΑ ΕΞΩΔΙΚΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2010 ΕΩΣ 2020

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ ΣΤΟΝ ΕΠΙΤΡΟΠΟ:

Ι. Με βάση το σημείο 8 της ως άνω τροποποίησης, η οποία αφορά το άρθρο 9 του νόμου και την προσθήκη της παραγράφου 5 σε αυτό, προνοείται ότι:

1. Ο Επίτροπος δύναται να επιληφθεί παραπόνου κατά χρηματοοικονομικής επιχείρησης εάν το Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου διεξάγεται δικαστική διαδικασία για υπόθεση το αντικείμενο της οποίας εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας πριν από την έκδοση απόφασης-

α. καλέσει τους διάδικους να παραστούν ενώπιον του για ενημέρωση αναφορικά με τη δυνατότητα υποβολής παραπόνου από καταναλωτή εναντίον χρηματοοικονομικής επιχείρησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, και διακανονισμό της διαφοράς τους με τη διαδικασία αυτή· και

β. κατόπιν κοινής αίτησης όλων των διαδίκων ή κατόπιν αίτησης ενός από τους διάδικους και με τη ρητή συναίνεση των υπολοίπων, ανάλογα με την περίπτωση και λαμβάνοντας υπόψη όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης αποφασίσει την αναβολή της δικαστικής διαδικασίας για να λάβει χώρα εξώδικος διακανονισμός της διαφοράς που προκύπτει σύμφωνα με το παράπονο.

2. Σε περίπτωση κατά την οποία οποιοσδήποτε από τους διάδικους δεν συμφωνεί με την προσφυγή στον Επίτροπο, το δικαστήριο προχωρεί με τη δικαστική διαδικασία.

3. Στην απόφαση του δικαστηρίου για αναβολή της δικαστικής διαδικασίας που εκδίδεται ως περιγράφεται ανωτέρω, περιλαμβάνεται ρητή αναφορά στη συναίνεση των διαδίκων και στη διάρκεια του διακανονισμού της διαφοράς, η οποία δεν δύναται να υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες.

4. Με τη συμπλήρωση της χρονικής διάρκειας που καθορίζεται στην απόφαση του Δικαστηρίου, οι διάδικοι ενημερώνουν το δικαστήριο για την ακολουθούμενη διαδικασία και το αποτέλεσμα της εξέτασης του παραπόνου και, σε περίπτωση που δεν έχουν καταλήξει σε διακανονισμό της διαφοράς, δύναται να ζητήσουν παράταση της διάρκειας της εξέτασης του παραπόνου για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες.

5. Το δικαστήριο δύναται, αυτεπάγγελτα ή κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε διάδικου, να διακόψει τη διαδικασία εξέτασης του παραπόνου πριν από τη λήξη της καθορισμένης δυνάμει του παρόντος άρθρου προθεσμίας.

6. Απόφαση του δικαστηρίου που εκδίδεται με την ως άνω περιγραφόμενη διαδικασία δεν υπόκειται σε έφεση.

7. Υπενθυμίζουμε ότι με βάση το άρθρο 14 του νόμου, σε περίπτωση που τα εμπλεκόμενα μέρη δεν έχουν αποδεχτεί την δεσμευτικότητα της απόφασης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, οι εμπλεκόμενοι οφείλουν όπως ειδοποιήσουν γραπτώς τον επίτροπο, εντός δύο (2) μηνών, κατά πόσο αποδέχονται την εκδοθείσα απόφαση·

8. Περαιτέρω, εάν εντός της προθεσμίας των δύο (2) μηνών που καθορίζεται στην απόφαση, ο καταναλωτής ή η χρηματοοικονομική επιχείρηση ή και τα δύο μέρη απορρίψουν την απόφαση και/ή δεν ειδοποιήσουν γραπτώς τον Επίτροπο ως αναφέρεται ανωτέρω, τότε ο Επίτροπος αμέσως μετά την εκπνοή της προθεσμίας αυτής θεωρεί ότι ο καταναλωτής και η χρηματοοικονομική επιχείρηση έχουν απορρίψει την απόφασή του και ως εκ τούτου η απόφαση δεν θεωρείται πλέον δεσμευτική για οποιονδήποτε.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ:

ΙΙ. Με βάση την ως άνω τροποποίηση σημεία 13, στο άρθρο  14Β του νόμου προστίθενται νέα εδάφια τα οποία προνοούν ότι:

1. Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους εφαρμόζονται επί τερματισμένων πιστωτικών διευκολύνσεων σε σχέση με τις οποίες κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης βρίσκεται σε εξέλιξη δικαστική διαδικασία, εάν το Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου διεξάγεται δικαστική διαδικασία για υπόθεση το αντικείμενο της οποίας εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας πριν την έκδοση απόφασης-

α. καλέσει τους διάδικους να παραστούν ενώπιον του για ενημέρωση αναφορικά με τη δυνατότητα υποβολής αίτησης για διορισμό διαμεσολαβητή, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, και για διακανονισμό της διαφοράς με τη διαδικασία αυτή· και

β. κατόπιν κοινής αίτησης όλων των διαδίκων ή κατόπιν αίτησης ενός από τους διάδικους και με τη ρητή συναίνεση των υπολοίπων, ανάλογα με την περίπτωση και λαμβάνοντας υπόψη όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης, αποφασίσει την αναβολή της δικαστικής διαδικασίας για να λάβει χώρα η υποβολή αίτησης για διορισμό διαμεσολαβητή και διακανονισμό της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους.

2. Σε περίπτωση κατά την οποία οποιοσδήποτε από τους διάδικους δεν συμφωνεί με την προσφυγή στον Επίτροπο για διορισμό διαμεσολαβητή, το δικαστήριο προχωρεί με τη δικαστική διαδικασία.

3. Στην απόφαση του δικαστηρίου για αναβολή της δικαστικής διαδικασίας που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων ως περιγράφονται ανωτέρω, περιλαμβάνεται ρητή αναφορά στη συναίνεση των διαδίκων και στη διάρκεια του διακανονισμού της διαφοράς, η οποία δεν δύναται να υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες.

4. Με τη συμπλήρωση της χρονικής διάρκειας που καθορίζεται στην απόφαση του δικαστηρίου, οι διάδικοι ενημερώνουν το δικαστήριο για την ακολουθούμενη διαδικασία και το αποτέλεσμα της εξέτασης της αίτησης και, σε περίπτωση που δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία, δύναται να ζητήσουν, από κοινού, περαιτέρω αναβολή για παράταση της διάρκειας της διαμεσολάβησης για περίοδο που δεν δύναται να υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες.

5. Το δικαστήριο δύναται, αυτεπάγγελτα ή κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε διάδικου, να διακόψει τη διαδικασία διαμεσολάβησης πριν από τη λήξη της προβλεπόμενης ως ανωτέρω αναβολής.

6. Απόφαση του δικαστηρίου που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων που περιγράφονται ανωτέρω δεν υπόκειται σε έφεση.

7. Σε περίπτωση κατά την οποία εκδοθεί απόφαση Δικαστηρίου για αναβολή της δικαστικής διαδικασίας δυνάμει των ανωτέρω διατάξεων το αδειοδοτημένο ίδρυμα ή αγοραστής πιστώσεων ο οποίος είναι διάδικος στην αναφερόμενη δικαστική διαδικασία, αναστέλλει τη διαδικασία πώλησης με πλειστηριασμό του ενυπόθηκου ακινήτου που εξασφαλίζει την αναφερόμενη τερματισμένη πιστωτική διευκόλυνση, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου, μέχρι τη λήξη της αναβολής:

8. Νοείται ότι, η εν λόγω υποχρέωση του αδειοδοτημένου ιδρύματος ή αγοραστή πιστώσεων παύει να ισχύει σε περίπτωση που το δικαστήριο, αυτεπάγγελτα ή κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε διάδικου, διακόψει τη διαδικασία διαμεσολάβησης πριν από τη λήξη της αναβολής.

ΙΙΙ. Σύμφωνα με το σημείο 16, στο άρθρο 14Η προστίθενται τα ακόλουθα:

1. Ο Επίτροπος δεν επιλαμβάνεται καταγγελίας-

α. για την οποία, κατά την ημέρα υποβολής της, είχε ήδη εκδοθεί απόφαση για ζητήματα της υποκείμενης της καταγγελίας διαφοράς που επηρεάζουν την επί της ουσίας εξέταση της καταγγελίας, από δικαστήριο της Δημοκρατίας ή ευρίσκεται σε εξέλιξη δικαστική διαδικασία για την εξέταση της ίδιας καταγγελίας ή ζητημάτων της υποκείμενης της καταγγελίας διαφοράς που επηρεάζουν την επί της ουσίας εξέταση της καταγγελίας: Νοείται ότι, ο Επίτροπος δύναται να επιλαμβάνεται καταγγελίας η οποία παραπέμπεται σε διαμεσολάβηση από το δικαστήριο κατ’ αναλογία των διατάξεων των εδαφίων (5) έως (10) του άρθρου 9·

β. για την οποία κατά την κρίση του Επιτρόπου δεν υπάρχει βάση για την υποβολή παραπόνου· ή

γ. η οποία κατά την ημερομηνία υποβολής της εξετάζεται ή έχει εξεταστεί προηγουμένως από τον Επίτροπο ή από άλλο φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών ή από Δικαστήριο.

Β. Αριθμός 154(Ι) του 2023 – ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΣΥΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΦΟΡΕΑ ΕΞΩΔΙΚΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2010 ΕΩΣ 2023

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΗΨΗ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΥΠΟΥ «ΙΑ»:

Ι. Σύμφωνα με το σημείο 4, προστίθεται στο βασικό νόμο το άρθρο 10Α το οποίο προνοεί ότι:

1. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 10, καταναλωτής δύναται να υποβάλει παράπονο στον Επίτροπο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 44Γ του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου, το οποίο εξετάζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 12 έως 14, εφόσον-

α. εμπίπτει στον ορισμό του «επιλέξιμου οφειλέτη» όπως ορίζεται στο Μέρος VIA του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου· και

β. έχει υποβάλει το αίτημά του στον Επίτροπο εντός είκοσι μίας (21) ημερών από την παραλαβή της ειδοποίησης της σκοπούμενης πώλησης κατά τον Τύπο «ΙΑ» δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 44Γ του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου.

2. Η διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 12, 13 και 14 εφαρμόζεται και για την εξέταση αιτήματος αναφορικά με τους λόγους που προβλέπονται στο εδάφιο (4) του άρθρου 44Γ του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου.

ΙΙ. Περαιτέρω, σύμφωνα με το σημείο 6, τροποποιείται το άρθρο 13 και προστίθενται τα ακόλουθα:

1. Νοείται περαιτέρω ότι, για τις περιπτώσεις υποβολής παραπόνου από επιλέξιμο οφειλέτη δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1Β) του άρθρου 9, ο εν λόγω οφειλέτης δύναται να ζητήσει από τον Επίτροπο να μην τερματίσει τη διαδικασία και να εξετάσει το παράπονο πριν από την έκδοση της απόφασης του Δικαστηρίου, με σκοπό την εξωδικαστική επίλυση του παραπόνου, όπου είναι δυνατό και σε τέτοια περίπτωση, ο επιλέξιμος οφειλέτης ενημερώνει σχετικά το Δικαστήριο σε οποιαδήποτε εκκρεμούσα διαδικασία.

ΙΙΙ. Βάσει του σημείου 7, το οποίο προσθέτει στο άρθρο 14 του νόμου πρόνοιες για σχετική προθεσμία στην ως άνω περίπτωση προβλέπεται ότι:

1. Σε περίπτωση που τα εμπλεκόμενα μέρη δεν έχουν αποδεχτεί την δεσμευτικότητα της απόφασης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, αίτημα προς τους εμπλεκομένους όπως τον ειδοποιήσουν γραπτώς, εντός 10 εργάσιμων ημέρων, κατά πόσο αποδέχονται την εκδοθείσα απόφαση·

2. Εάν εντός της προθεσμίας 10 εργάσιμων ημερών που καθορίζεται στην απόφαση, ο καταναλωτής ή η χρηματοοικονομική επιχείρηση ή και τα δύο μέρη απορρίψουν την απόφαση ή και δεν ειδοποιήσουν γραπτώς τον Επίτροπο τότε ο Επίτροπος αμέσως μετά την εκπνοή της προθεσμίας αυτής θεωρεί ότι ο καταναλωτής και η χρηματοοικονομική επιχείρηση έχουν απορρίψει την απόφασή του και ως εκ τούτου η απόφαση δε θεωρείται πλέον δεσμευτική για οποιονδήποτε.

3. Μετά την εκπνοή της προθεσμίας των 10 εργάσιμων ημερών που καθορίζεται στη απόφαση, ο Επίτροπος ενημερώνει τη χρηματοοικονομική επιχείρηση κατά πόσον ο καταναλωτής έχει αποδεχτεί ή απορρίψει την απόφαση και τον καταναλωτή, κατά πόσον η χρηματοοικονομική επιχείρηση έχει αποδεχτεί ή απορρίψει την απόφαση και ότι η εξέταση του παραπόνου θεωρείται ότι έχει ολοκληρωθεί.

Σχετικές τροποποιήσεις έχουν γίνει και στον ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΥΠΟΘΗΚΕΥΣΕΩΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1965 και συγκεκριμένα στα άρθρα 44Γ, 44ΓΒ και 44ΙΕ, οι σημαντικότερες των οποίων αναφέρονται ακολούθως:

1. Σύμφωνα με το Άρθρο 44Γ εδάφιο (4), ο επιλέξιμος οφειλέτης δύναται εντός είκοσι μίας (21) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της ειδοποίησης Τύπου «ΙΑ», να καταχωρίσει παράπονο στον Χρηματοοικονομικό Επίτροπο το οποίο εξετάζεται και για το οποίο εκδίδεται γραπτώς τελική απόφαση από τον Χρηματοοικονομικό Επίτροπο, εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την ημερομηνία υποβολής του, για το ποσό το οποίο δηλώνει το αδειοδοτημένο ίδρυμα στην έγγραφη ειδοποίηση κατά τον Τύπο «ΙΑ» του Δεύτερου Παραρτήματος ως απαιτούμενο.

2. Σε περίπτωση κατά την οποία ο επιλέξιμος οφειλέτης ασκήσει το δικαίωμά του και νοουμένου ότι ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος επιληφθεί του παραπόνου εντός της προθεσμίας των είκοσι μίας (21) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της ειδοποίησης Τύπου «ΙΑ», ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος επιδίδει άμεσα το παράπονο στο αδειοδοτημένο ίδρυμα και το αδειοδοτημένο ίδρυμα δεν προχωρεί με την διαδικασία σκοπούμενης πώλησης πριν από την παρέλευση των σαράντα πέντε (45) ημερών ή μέχρι να παρέλθει η δέκατη (10η ) εργάσιμη ημέρα από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του Χρηματοοικονομικού Επιτρόπου, όποιο επέλθει αργότερα.

3. Περαιτέρω, το αδειοδοτημένο ίδρυμα και ο επιλέξιμος οφειλέτης δηλώνουν εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών, από την έκδοση της απόφασης, κατά πόσο αποδέχονται την απόφαση ως δεσμευτική.

4. Σε περίπτωση κατά την οποία ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος εκδώσει απόφαση με την οποία το αδειοδοτημένο ίδρυμα και ο επιλέξιμος οφειλέτης δεν συμφωνούν ή το αδειοδοτημένο ίδρυμα δεν συμφωνεί και δεν γίνεται δεκτή η απόφαση του Χρηματοοικονομικού Επίτροπου ως δεσμευτική, η διαδικασία σκοπούμενης πώλησης του ακινήτου αναστέλλεται μέχρι την έκδοση απόφασης από αρμόδιο Δικαστήριο που θα αποφασίσει για το ύψος του νόμιμα απαιτητού ποσού, η δε απόφαση του αρμόδιου Δικαστηρίου θα αφορά απόφαση Πρωτόδικου Δικαστηρίου σε πολιτική αγωγή, η οποία είτε είναι εκκρεμούσα είτε θα καταχωριστεί στο μέλλον και θα περιλαμβάνει ως επίδικο θέμα το ύψος του απαιτούμενου ποσού.

5. Σε περίπτωση κατά την οποία ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος εκδώσει απόφαση με την οποία ο επιλέξιμος οφειλέτης δεν συμφωνεί αλλά το αδειοδοτημένο ίδρυμα συμφωνεί και δεν γίνεται δεκτή η απόφαση του Χρηματοοικονομικού Επίτροπου ως δεσμευτική, το αδειοδοτημένο ίδρυμα δύναται να προχωρήσει με τη διαδικασία της σκοπούμενης πώλησης και υποχρεούται όπως καταβάλει στον επιλέξιμο οφειλέτη οποιεσδήποτε αποζημιώσεις ήθελε αποφασίσει το Δικαστήριο.

6. Τέλος, σε περίπτωση κατά την οποία το αδειοδοτημένο ίδρυμα, στο οποίο έχει επιδοθεί το παράπονο ή έχει λάβει γνώση για εξέταση παραπόνου από τον Χρηματοοικονομικό Επίτροπο, προχωρεί την διαδικασία σκοπούμενης πώλησης ενόσω εκκρεμεί η εξέταση του παραπόνου από τον Χρηματοοικονομικό Επίτροπο, ο επιλέξιμος οφειλέτης δύναται να καταχωρίσει αίτηση στο Επαρχιακό Δικαστήριο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (ε) του εδαφίου (3) του άρθρου 44Γ ως εάν εκκρεμούσε διαδικασία δυνάμει του Μέρους VIA του περί της Σύστασης και Λειτουργίας του Ενιαίου Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσεως Νόμου.

7. Οι διατάξεις του άρθρου 44Γ εφαρμόζονται σε όλες τις διαδικασίες εκποίησης για τις οποίες δεν έχει πραγματοποιηθεί ή δεν έχει πραγματοποιηθεί επιτυχώς ο πρώτος πλειστηριασμός κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων (Τροποποιητικού) (Αρ. 5) Νόμου του 2023 και το ενυπόθηκο υπό εκποίηση ακίνητο αποτελεί κύρια κατοικία επιλέξιμου οφειλέτη και, ως εκ τούτου, οποιαδήποτε έγγραφη ειδοποίηση κατά τον Τύπο «Θ» και «Ι» του Δεύτερου Παραρτήματος, η οποία έχει αποσταλεί αναφορικά με τις περιπτώσεις που προβλέπονται πιο πάνω, θεωρείται άκυρη και αποστέλλεται εκ νέου. Σε περίπτωση κατά την οποία το αδειοδοτημένο ίδρυμα έχει ήδη αποστείλει έγγραφες ειδοποιήσεις κατά τον Τύπο «ΙΑ», αναφορικά με τις περιπτώσεις που προβλέπονται πιο πάνω, αποστέλλεται εκ νέου η ειδοποίηση κατά τον νέο Τύπο «ΙΑ».

Εξ όσων προκύπτει από τα ανωτέρω, υπάρχουν τρεις διαφορετικές διαδικασίες δια μέσω των οποίων μπορεί ο δανειολήπτης να αποταθεί στον Χρηματοοικονομικό Επίτροπο για εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης, η οποία μπορεί να επέλθει ακόμη και κατά την διάρκεια δικαστικής διαδικασίας εφόσον συναινούν τα διάδικα μέρη.  

Παρακαλώ λάβετε υπόψη ότι το παρόν έχει μόνο ενημερωτικό χαρακτήρα. Για εξειδικευμένη νομική συμβουλή επικοινωνήστε μαζί μας στο τηλέφωνο +357 25817779 και στο email: info@landaslaw.com

This website uses cookies to ensure you get the best experience on our website.
Accept